«Πρέπει να κινητοποιήσουμε κοινωνικές δυνάμεις, να εξαντλήσουμε κάθε
περιθώριο πολιτικής και κοινωνικής δράσης, μέσα και έξω από τη Βουλή,
για να μην περάσει αυτό το πακέτο που καρατομεί βίαια, άγρια, μισθούς
και συντάξεις, επιδόματα ανεργίας και θα βυθίσει την χώρα με μαθηματική
βεβαιότητα, σε άγρια φτώχεια, άγρια ύφεση[…].» Τάδε έφη ο Δ.
Παπαδημούλης στον ρ/σ «Στο κόκκινο 105,5» στις 9/2.
Πολύ γλαφυρός ο Δ. Παπαδημούλης, θα
συμφωνούσε κάποιος πάρα πολύ μαζί του. Βέβαια αν διαβάσουμε προσεκτικά
κάτι δεν πάει καλά. Τι εννοεί ο Δ. Παπαδημούλης μέσα και έξω από τη
Βουλή; Έχει πληροφορίες ο Δ. Παπαδημούλης ότι πάνω από 115 βουλευτές θα
καταψηφίσουν την νέα δανειακή σύμβαση; Ποιοι είναι αυτοί; Μήπως οι
επερωτήσεις και οι πύρινοι λόγοι θα μεταπείσουν τους βουλευτές του
ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ που έστησαν την συγκυβέρνηση; Προφανώς στο
φόντο της ανάδυσης νέων και βαθύτερων κοινωνικών διεργασιών μπορεί
κάποιος εύκολα να πιστεύει ότι θα κηρυχτούν εκλογές. Τι είναι όμως αυτό
που θα τους οδηγήσει σε ένα τέτοιο σενάριο;
Για να δούμε πως αντιμετωπίζει την κατάσταση το ΚΚΕ. Η Αλέκα Παπαρήγα ένα μήνα πριν, όντας σίγουρη για εκλογές είχε σαν στόχο να μη βγει ισχυρή κυβέρνηση καλώντας το λαό να βάλει εμπόδια στο έργο της επόμενης κυβέρνησης. Καλά διαβάσατε… της επόμενης. Επίσης απαντώντας σε ερώτηση για προοδευτική διακυβέρνηση η γ.γ. του ΚΚΕ υποστήριξε πως δεν μπορεί να υπάρξει προοδευτική κυβέρνηση, «με όρους συνύπαρξης με τα μονοπώλια και διαπραγματεύσεις εντός της ΕΕ». Δεν είναι λάθος ότι με όρους συνύπαρξης με τα μονοπώλια και την ΕΕ δεν μπορεί να υπάρξει προοδευτική διακυβέρνηση. Άρα τι είναι αυτό που μένει; «Εμείς ημερομηνία αλλαγής του πολιτικού συστήματος δεν μπορούμε να βάλουμε, να πούμε σε ένα χρόνο, δύο και τρία, γιατί αυτό εξαρτάται από την πλειοψηφία του λαού, δεν θα είναι έργο του ΚΚΕ και μόνο. Αν δεν αποφασίσει ο λαός, δεν θα γίνει αυτή η αλλαγή».
Για ένα καθηγητή της μαρξιστικής θεωρίας μεγάλου βεληνεκούς είναι
σωστή αυτή η ανάγνωση. Για την ίδια τη ζωή όμως είναι κενό γράμμα, όπως
κενό γράμμα στην καλύτερη των περιπτώσεων είναι να καλείται ο λαός να
ψηφίσει την λαϊκή εξουσία παρά να την διεκδικήσει με την αυτοτελή δράση
του, στη χειρότερη ή όποια λαϊκή εξουσία να παραπέμπει στην αυταπάτη για
μία ακόμη ευκαιρία στον «Υπαρκτό» Σοσιαλισμό αντί για την σύγχρονη
κομμουνιστική προοπτική για την κοινωνική χειραφέτηση. Με δεδομένο
ουσιαστικά ότι θα περάσουν τα μέτρα και ο λαός θα βγάλει συμπεράσματα, η
τακτική για την Λαϊκή Εξουσία περνά μέσα από την ανακήρυξη του ΚΚΕ σε
αξιωματική αντιπολίτευση, δείγμα «ωρίμανσης του λαού». Βέβαια όπως λέει η
ίδια η Αλέκα Παπαρήγα «Αν δεν μπορεί να σχηματιστεί αυτοδύναμη
κυβέρνηση θα τα βρουν. Ήδη, έχουν ετοιμαστεί. Μην ακούτε τον κ. Σαμαρά,
μην ακούτε τι λέει ο κ. Παπανδρέου, ή ο επόμενος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ. Ήδη
υπάρχουν και οι πρόθυμοι να συμβάλουν. Μακάρι να φτάσουμε στο σημείο που
να μην μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση καθόλου και να παρέμβει ο λαός.»
Ωραία λοιπόν, ούτε με την μετά εκλογών εποχή θα δούμε άσπρη μέρα. Άρα
τι κάνουμε αδερφέ;Για να δούμε πως αντιμετωπίζει την κατάσταση το ΚΚΕ. Η Αλέκα Παπαρήγα ένα μήνα πριν, όντας σίγουρη για εκλογές είχε σαν στόχο να μη βγει ισχυρή κυβέρνηση καλώντας το λαό να βάλει εμπόδια στο έργο της επόμενης κυβέρνησης. Καλά διαβάσατε… της επόμενης. Επίσης απαντώντας σε ερώτηση για προοδευτική διακυβέρνηση η γ.γ. του ΚΚΕ υποστήριξε πως δεν μπορεί να υπάρξει προοδευτική κυβέρνηση, «με όρους συνύπαρξης με τα μονοπώλια και διαπραγματεύσεις εντός της ΕΕ». Δεν είναι λάθος ότι με όρους συνύπαρξης με τα μονοπώλια και την ΕΕ δεν μπορεί να υπάρξει προοδευτική διακυβέρνηση. Άρα τι είναι αυτό που μένει; «Εμείς ημερομηνία αλλαγής του πολιτικού συστήματος δεν μπορούμε να βάλουμε, να πούμε σε ένα χρόνο, δύο και τρία, γιατί αυτό εξαρτάται από την πλειοψηφία του λαού, δεν θα είναι έργο του ΚΚΕ και μόνο. Αν δεν αποφασίσει ο λαός, δεν θα γίνει αυτή η αλλαγή».
Τι είναι αυτό που ενοποιεί τις λογικές ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ; Η αναγκαιότητα για ξεσηκωμό θα έλεγε κάποιος αναγνώστης των ανακοινώσεων της επίσημης αριστεράς και η πίστη ότι μπορεί ο λαός οργανωμένος να πιέσει ή να ανατρέψει αυτή την πολιτική. Μα αυτό είναι δεδομένο για ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι των εργαζομένων. Μήπως όμως δεν είναι δεδομένο για τις δυνάμεις της κοινοβουλευτικής αριστεράς; Ποιο είναι λοιπόν το κυρίαρχο αίτημα στα προγράμματα τους, ακόμα και στους χώρους δουλειάς; Μα φυσικά το «εκλογές τώρα»! Φαίνεται ότι η Αλέκα Παπαρήγα δεν έμαθε από το λάθος της ένα μήνα πριν. Ο Αντώνης Σαμάρας αμέσως μετά την συμφωνία ξαναβγήκε στη γύρα και ζητά εκλογές για να «επαναδιαπραγματευτεί το νέο μνημόνιο». Ο Καρατζαφέρης έχει γίνει μετρ της κωλοτούμπας για να σώσει ότι δεν σώζεται και ο Π. Καψής τάζει εκλογές τον Απρίλη. Θα πάνε λοιπόν για εκλογές; Για να δούμε όμως τι λεν και οι ίδιοι.
Η τρόικα έχει νέες επιπλέον απαιτήσεις. Συγκεκριμένα ζητά να παραταθεί ο βίος της κυβέρνησης Παπαδήμου τουλάχιστον ακόμη ένα χρόνο. Ποια είναι όμως η δικαιολογία για αυτή την απαίτηση; Η όσο το δυνατόν καλύτερη πολιτική σταθερότητα για να εφαρμοστεί απόλυτα το πρόγραμμα της νέας δανειακής σύμβασης. Είναι μόνο αυτό; Για να δούμε τι λέει ο Πάνος Μπεγλίτης: «Δεν θα είναι τα τελευταία μέτρα. Τον Ιούνιο αναμένονται νέα. Να πούμε την αλήθεια στο λαό. Έρχονται τα ειδικά μισθολόγια». Επίσης προσθέτει ότι «στις σημερινές συνθήκες καμία μονοκομματική κυβέρνηση δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα. Δεν θα υπάρχει αυτοδυναμία- γιατί να ξοδέψουμε χρόνο για εκλογές; Έχουμε την πολυτέλεια;» Έχει απόλυτα δίκαιο ένας υπουργός αυτής της κυβέρνησης να επικαλείται την έλλειψη πολυτέλειας για πολιτικές περιπέτειες. Φτάνουν όμως οι παραδοχές από την μία ή την άλλη μεριά;
Έχουμε λοιπόν μία αριστερά να δικαιώνεται, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο στις αναλύσεις για την χρεοκοπία του νεοφιλελευθερισμού, για την τραγωδία των νέων μέτρων, για την καπιταλιστική βαρβαρότητα κτλ. Και τώρα που δικαιώνεται παραμένει αποσβολωμένη και αμήχανη σε κατάσταση αμόκ. Αντί να συμβάλει, να τροφοδοτεί και να τροφοδοτείται από την δυναμική του λαϊκού παράγοντα και την αυτοτελή σημασία που διαδραματίζει στον καθορισμό των πολιτικών εξελίξεων κοιτάει στους τέσσερεις τοίχους τις βουλής και εγκαλεί ο ένας τον άλλον. Ο Δ. Παπαδημούλης αντί να αθροίζει τις κοινωνικές δυνάμεις που συναρθρώνονται και οργανώνονται στον στίβο της μάχης για επιβίωση, αθροίζει κοινοβουλευτικές έδρες και ονειρεύεται πλειοψηφίες την στιγμή που συντελείται το πιο βάρβαρο πείραμα των κυρίαρχων καπιταλιστικών κύκλων της ΕΕ. Η Αλέκα Παπαρήγα έσωσε διαπιστευτήρια ευγένειας στους κοινοβουλευτικούς μαφιόζους και στο κίνημα τα περισσότερα στελέχη του ΚΚΕ πρωταγωνιστούν στην συκοφαντία.
Οι εκλογές είναι η παγίδα για να εγκλωβιστούν οι εργαζόμενοι και ο λαός σε μία ατέρμονη επώδυνη και καταστροφική εκλογική αναμονή. Δεν ξέρουμε αν θα έχουμε άλλη μία επταετία. Αυτό που είναι σίγουρο είναι το ότι θα το κρατήσουν όσο πάει. Και αυτό θα κριθεί από την έκβαση και την προοπτική της«εξωκοινοβουλευτικής» και αδιαμεσολάβητης πάλης και διεκδίκησης των ίδιων των εργαζομένων μέσα από τα όργανα μιας πραγματικής δημοκρατίας, στην βάση των εργατικών συμφερόντων όπου θα εκφράζουν την λαϊκή θέληση και το κυριότερο θα μπορούν να την επιβάλλουν. Δεν γίνεται ο ΣΥΝ να μιλάει για ενότητα της αριστεράς και ξεσηκωμό όταν δεν ενώνεται με την υπόλοιπη αριστερά στην κήρυξη μιας απεργίας. Δεν γίνεται το ΚΚΕ να μιλά για ανατροπή της κυβέρνησης και για λαϊκή εξουσία όταν αυτή «χτίζεται» χωρίς απεργία, όπως για παράδειγμα στον χώρο των ΜΜΕ.
Η κοινοβουλευτική αριστερά οφείλει να εναρμονιστεί με τις συνθήκες και με τον εξωκοινοβουλευτικό χαρακτήρα που έχει ο λαϊκός ξεσηκωμός και να τολμήσει ακόμη και να αποχωρήσει από αυτή την βουλή μιας διορισμένης κυβέρνησης όπου όλες οι αποφάσεις παίρνονται στους διαδρόμους και στις τηλεσυνδιασκέψεις. Δεν μπορεί να μιλά κανείς για δημοκρατία όταν οι κατώτατοι μισθοί δεν είναι αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης και διαπάλης. Η παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα δεν αποκρυσταλλώνεται σε ένα υπέρ ή κατά κάποιων αριστερών ή μη βουλευτών, αλλά στην δυνατότητα να ανασχεθεί η επίθεση, ειδικά όταν μέσω του PSI κρίνεται το μέλλον των ασφαλιστικών ταμείων και της επιβίωσης εκατομμυρίων μισθωτών και ανέργων. Η αριστερά οφείλει να επιταχύνει την κατεδάφιση αυτής της χούντας των αγορών και να πάρει θέση μάχης. Δεν είναι ζήτημα ιδεολογικής τοποθέτησης ούτε τυχοδιωκτισμός και πόλεμος εντυπώσεων. Είναι άμεσο διακύβευμα να απομονωθεί η συγκυβέρνηση και να γίνει ξεκάθαρο ότι η «δημοκρατία» των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου γίνεται συστατικό στοιχείο της σύγχρονης κοινοβουλευτικής δικτατορίας η οποία δεν αρχίζει και τελειώνει στις κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες αλλά ξεδιπλώνεται σε όλο το φάσμα της κοινωνικής πραγματικότητας.
Στην εποχή του μνημονίου και της καπιταλιστικής βαρβαρότητας της ΕΕ η αριστερά καλείται να εκφράζει τις πιο προωθητικές δυνάμεις των πληττόμενων κοινωνικών στρωμάτων που δεν αναπολούν το παρελθόν αλλά κοιτούν θαρραλέα το μέλλον και το διαμορφώνουν. Που αντιλαμβάνεται ότι ο δρόμος για να ανατραπεί η κυρίαρχη πολιτική και ο κοινοβουλευτικός θίασος και να επιβληθούν οι κατακτήσεις απέναντι στο μαύρο μέτωπο κυβέρνησης-ΕΕ-ΔΝΤ –κεφαλαίου είναι η συγκρότηση ενός μετώπου ρήξης και ανατροπής, μια πανίσχυρη κοινωνική συμμαχία που θα σαρώσει τα σχέδια τους και τους ίδιους. Να συμβάλλει στην οργάνωση στους χώρους δουλειάς και στις γειτονιές, να πάρει πρωτοβουλίες, να δώσει αυτοπεποίθηση στον εργαζόμενο λαό να πάρει την ζωή στα χέρια του μέσω καταλήψεων εργοστασίων, ανυποχώρητων αγώνων και δικτύων αλληλεγγύης και να ετοιμαστεί να διεκδικήσει τον πλούτο που παράγει!
Η όποια παρέμβαση της αριστεράς στη Βουλή αποκτά αξία και χρησιμότητα όταν συμβάλλει, και μπορεί να συμβάλει, στην απαξίωση αυτής της κοινοβουλευτικής δικτατορίας και την συγκεκριμένη στιγμή στην εγκατάλειψη αυτής της φαρσοκωμωδίας για να πάρει θέση μαζί με τον αγωνιζόμενο λαό στην «βουλή των από κάτω» που θα στηθεί σε πλατείες και καταλήψεις κυβερνητικών κτιρίων. Χωρίς να είναι το καθοριστικό αυτό, οφείλει η αριστερά να συμβάλλει στον άνευ προηγουμένου κλονισμό της κυριαρχίας τους, να εκμεταλλευτεί κάθε μέσο που διαθέτει, και στην προκειμένη περίπτωση η αντικοινοβουλευτική στάση μέσα και έξω από τη βουλή είναι μόνο αυτή που μπορεί να εκφράσει και να τροφοδοτήσει οποιαδήποτε ριζική αναδιάταξη του συσχετισμού δύναμης. Η πείρα των εργαζομένων από τους αγώνες των δύο τελευταίων χρόνων είναι μεγάλο όπλο στα χέρια τους. Οι «κωλοτούμπες» είναι αδυναμία των κυριάρχου πολιτικού προσωπικού, μία αδυναμία όμως που καλύπτεται από την επιθετικότητα και τους εκβιασμούς οι οποίοι είναι πραγματικοί. Παρ’ όλα αυτά η χώρα βρίσκεται εδώ και αρκετό καιρό σε ακυβερνησία και το ξέρει καλά αυτό η κυβέρνηση και τα πολιτικά στελέχη και το μόνο που τους κρατά είναι η δυνατότητα τους να ψηφίζουν, οι διεθνείς συμμαχίες, τα γκλόμπ των ΜΑΤ και βέβαια η ατολμία της αριστεράς και η στρατηγική ανεπάρκεια της ίδιας και του κινήματος.
Θα επιλέξει η αριστερά το δρόμο της αποσταθεροποίησης του πολιτικού σκηνικού κυρίως μέσα από το εργατικό κίνημα και το σπάσιμο της βιτρίνας της συναίνεσης ή θα κοιτάει από απόσταση ασφαλείας τον λαό να ψάχνει μες την αμφιβολία της νίκης ενώ αυτή θα στρογγυλοκάθεται στην σιγουριά της ήττας των ψηφοφοριών στα έδρανα της βουλής-διακοσμητικό στοιχείο, αυτήν την κρίσιμη περίοδο; Στην τελική αν δεν εμπιστεύεται η ίδια τις δυνατότητες του οργανωμένου λαού τότε με τι πυρομαχικά ονειρεύεται ανατροπή;
Τέλος από προσωπική εμπειρία τα τελευταία χρόνια, πολλοί προσομοιάζουν την αριστερά με ένα σκακιστή. Ένας καλός σκακιστής λέγεται πολύ βιαστικά είναι αυτός που μπορεί να προβλέψει όχι μόνο την επόμενη κίνηση του αντιπάλου αλλά πολλές κινήσεις μπροστά. Στην πραγματικότητα ένας σκακιστής με αυτή μόνο την αρετή το μόνο που μπορεί να προβλέψει είναι την βέβαιη ήττα του και έτσι μπορεί να αποχωρήσει σεμνά από το παιχνίδι πριν γίνει περίγελος. Η αριστερά που δεν βασίζεται στις δυνατότητες και την προοπτική του εργατικού κινήματος είναι ακριβώς αυτός ο παίχτης. Η αριστερά που γίνεται οργανικό κομμάτι της ανατρεπτικής δράσης τότε όχι μόνο μπορεί να προβλέψει αλλά και να οδηγήσει τον αντίπαλο στην πλήρη σύγχυση και ήττα. Να θέσει την ατζέντα που παίζεται το παιχνίδι και να επιβάλλει τους όρους της.